φελούκα


φελούκα
Προφορά

Ετυμολογία
φελούκα └ιταλ┘feluca

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η φελούκα

✦ χαμηλό και στενό σκάφος που πλέει με κουπιά ή πανιά: στην έρημη ακροθάλασσα με του βοριά τα φύκια, με τις φελούκες τις παλιές (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.