ωρύομαι


ωρύομαι
Προφορά

Ετυμολογία
ωρύομαι αρχαία ελληνική ὠρύομαι

Ερμηνεία
ρήμα ωρύομαι

✦ βγάζω άγρια φωνή, ουρλιάζω
✦ (μτφ. για πρόσ.) κραυγάζω σαν άγριο θηρίο: ο ταξίαρχός σας, ολόρθος σ’ ένα τζιπ, ωρύεται και βρίζει το σύμπαν: κερατάδες! κερατάδες! (Γ. Θεοτοκάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.