φεγγαρόψαρο
Προφορά
Ετυμολογία
φεγγαρόψαρο φεγγάρι + ψάρι
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το φεγγαρόψαρο
✦ είδος μεγάλου ψαριού που ζει στις θερμές και εύκρατες θάλασσες, με χαρακτηριστικό στρογγυλό ή ελλειψοειδές σώμα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–