φαφούτισσα
Προφορά
Ετυμολογία
φαφούτισσα ονοματοπ. λ., ίσως από τον ήχο φα-φου της προφοράς αυτού που του έπεσαν τα δόντια
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο φαφούτισσα
✦ θηλ. φαφούτα κ. φαφούτισσα ο χωρίς δόντια ή με χαλασμένα δόντια, ο ξεδοντιάρης: δόντια φαφούτη, όλο σχισμάδες (Γ. Σουρής)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–