τρατέρνω


τρατέρνω
Προφορά

Ετυμολογία
τρατέρνω όψιμο μεσαιωνική ελληνική τρατάρω

Ερμηνεία
τρατέρνω

✦ κ. τρατέρνω ρ. (τράτ-αρα κ. -άρισα) προσφέρω γλύκισμα ή ποτό: έλα, να σε τρατάρω ένα καφεδάκι (Γ. Ψυχάρης)

Συνώνυμα
κερνώ, φιλεύω
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.