τραπεζικός


τραπεζικός
Προφορά

Ετυμολογία
τραπεζικός τράπεζα

Ερμηνεία
επίθετο┘ τραπεζικός -ή, -ό

✦ που ανήκει ή αναφέρεται σε τράπεζα, ή στη λειτουργία των τραπεζών: τραπεζικός υπάλληλος – τραπεζικό σύστημα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.