τελικός
Προφορά
Ετυμολογία
τελικός αρχαία ελληνική τελικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ τελικός -ή, -ό
✦ ο του τέλους, τελευταίος, τελειωτικός
✦ ο του σκοπού: (γραμμ.) τελικές προτάσεις (δευτερεύουσες προτάσεις που δηλώνουν το σκοπό μιας ενέργειας)
✦ αρσ. ο τελικός (ενν. αγώνας) ως ουσ., ο τελευταίος αγώνας μιας αθλητικής διοργάνωσης που αναδεικνύει τον νικητή
✦ φρ. τελική ευθεία, το τελευταίο μέρος ενός αγωνίσματος δρόμου: οι αθλητές μπήκαν στην τελική ευθεία· (κ.μτφ.) το τελευταίο στάδιο ενός εγχειρήματος, ενέργειας, προσπάθειας κτλ.: οι προετοιμασίες για την υποδοχή βρίσκονται στην τελική ευθεία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
αρχικός
Επιρρήματα
τελικά (Κ τελικώς)