τελετουργία


τελετουργία
Προφορά

Ετυμολογία
τελετουργία μεταγενέστερη ελληνική τελετουργία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η τελετουργία

✦ διεξαγωγή θρησκευτικής τελετής, ιερουργία, ιεροτελεστία
✦ (κοινων.) σύνολο πρακτικών ή τελετή με ιερό ή συμβολικό χαρακτήρα
(μτφ. ) εκτέλεση πράξης με τυπικότητα και επισημότητα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.