τάλας


τάλας
Προφορά

Ετυμολογία
τάλας αρχαία ελληνική τάλας

Ερμηνεία
επίθετο┘ τάλας -αινα, -αν

✦ ταλαίπωρος, άθλιος, κακομοίρης: τάλανες οι περισσότεροι Αθηναίοι… κουνούν απελπισμένα τα χέρια σε οποιοδήποτε τροχοφόρο, προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιστροφή στα σπίτια τους (Ελευθεροτυπία)

Συνώνυμα
δυστυχής, δύσμοιρος, δύστηνος
Αντίθετα
ευτυχής, καλότυχος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.