συνεπιφέρω
Προφορά
Ετυμολογία
συνεπιφέρω μεταγενέστερη ελληνική συνεπιφέρω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ συνεπιφέρω
✦ έχω ως αποτέλεσμα, συνεπάγομαι: η προσαρμογή του αυτή… συνεπιφέρει όμως τη βαθμιαία αλλοίωση των αρχικών του επιδιώξεων (Οδ. Ελύτης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–