σκεύος


σκεύος
Προφορά

Ετυμολογία
σκεύος αρχαία ελληνική σκεῦος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το σκεύος

✦ κάθε κινητό κατασκεύασμα χρήσιμο στις ανάγκες του ανθρώπου (αγγείο, εργαλείο κτλ.): μαγειρικά σκεύη
✦ επιτραπέζια σκεύη, τα απαραίτητα για την παράθεση γεύματος
✦ ιερά σκεύη, τα απαραίτητα για κάθε ιεροτελεστία
✦ φρ. σκεύος εκλογής, για πρόσωπο αγαπητό σε κάποιον, από τον οποίον επιλέγεται για ορισμένο σκοπό (από τη φρ. της Καινής Διαθήκης σκεύος εκλογής μοι εστίν ούτος, για τον Απόστολο Παύλο, που επελέγη από τον Ιησού ως όργανο διαδόσεως της πίστεως)
✦ φρ. σκεύος ηδονής, για τη γυναίκα, όταν αντιμετωπίζεται μόνο ως μέσο για σεξουαλική απόλαυση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.