ροσόλι


ροσόλι
Προφορά

Ετυμολογία
ροσόλι └ιταλ┘rosolio

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ροσόλι

✦ ηδύποτο, λικέρ ιδ. το αρωματισμένο με απόσταγμα τριαντάφυλλου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.