ρομποτικός
Προφορά
Ετυμολογία
ρομποτικός ρομπότ
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ρομποτικός -ή, -ό
✦ ο χαρακτηριστικός του ρομπότ, που ταιριάζει σε ρομπότ
✦ θηλ. ρομποτική ως ουσ., κλάδος της κυβερνητικής που ασχολείται με τη μελέτη και ανάπτυξη των ρομπότ
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–