ρομανικός


ρομανικός
Προφορά

Ετυμολογία
ρομανικός └γαλλ┘ roman

Ερμηνεία
επίθετο┘ ρομανικός -ή, -ό

✦ ο αναγόμενος στους λαούς που κατάγονται από τους Ρωμαίους, λατινογενής, νεολατινικός: ρομανική αρχιτεκτονική – ρομανικός ρυθμός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.