πλακέ


πλακέ
Προφορά

Ετυμολογία
πλακέ └γαλλ┘ plaqué

Ερμηνεία
επίθετο
άκλιτο┘ πλακέ

✦ ο όμοιος, στο σχήμα, με πλάκα
✦ ουδ. το πλακέ ως ουσ., μέταλλο με λεπτό επίστρωμα από χρυσάφι ή ασήμι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.