περιηγούμαι
Προφορά
Ετυμολογία
περιηγούμαι αρχαία ελληνική περιηγοῦμαι
Ερμηνεία
└ρήμα┘ περιηγούμαι -είσαι, -είται
✦ ταξιδεύω σε ξένους τόπους για επίσκεψη των αξιοθέατων ή για μελέτη των συνθηκών ζωής κτλ.: περιηγήθηκε ολόκληρη την Αυστραλία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–