περιζήτητος
Προφορά
Ετυμολογία
περιζήτητος μεταγενέστερη ελληνική περιζητῶ
Ερμηνεία
└επίθετο┘ περιζήτητος -η, -ο
✦ ο ζητούμενος από πολλούς, που όλοι τον γυρεύουν: είναι περιζήτητος στις συντροφιές – περιζήτητη η νέα σειρά γραμματοσήμων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
αζήτητος
Επιρρήματα
–