παλαιο-


παλαιο-
Προφορά

Ετυμολογία
παλαιο- παλαιός

Ερμηνεία
παλαιο-

✦ α΄ συνθετικό πολλών λέξεων που δηλώνει ότι το σημαινόμενο από το β΄ συνθετικό έχει την ιδιότητα του παλιού ή αναφέρεται σε παλιά πράγματα ή παλιούς χρόνους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.