πακτώνω


πακτώνω
Προφορά

Ετυμολογία
πακτώνω πάκτο

Ερμηνεία
πακτώνω

✦ κ. παχτώνω ρ. νοικιάζω αγροτικό κτήμα παρέχοντας στον μισθωτή ποσοστό από τα προϊόντα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.