νηστικάτα


νηστικάτα
Προφορά

Ετυμολογία
νηστικάτα νηστικός

Ερμηνεία
επίρρημα νηστικάτα

✦ χωρίς να έχει φάει κανείς, ενώ είναι ακόμα νηστικός: αν πιεις νηστικάτα, θα σε πειράξει

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.