μυκητώδης


μυκητώδης
Προφορά

Ετυμολογία
μυκητώδης μύκης + κατάλ. -ώδης

Ερμηνεία
επίθετο┘ μυκητώδης -ης, -ες

✦ μυκητοειδής
✦ ο γεμάτος μύκητες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.