μπαταριά
Προφορά
Ετυμολογία
μπαταριά └τουρκ┘batarya
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η μπαταριά
✦ πολλοί ταυτόχρονοι ή αλλεπάλληλοι πυροβολισμοί: σηκώσανε τα ντουφέκια τους, ρίξανε την αποχαιρετιστική μπαταριά (Π. Πρεβελάκης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–