μεταμοντέρνος
Προφορά
Ετυμολογία
μεταμοντέρνος μετάφραση του └αγγλ┘όρου post-modern, └γαλλ┘ post-moderne
Ερμηνεία
└επίθετο┘ μεταμοντέρνος -α, -ο
✦ ο μετά το θεωρούμενο «μοντέρνο» στην αρχιτεκτονική, λογοτεχνία, και γεν. στις πλαστικές τέχνες· ειδ. ο αναφερόμενος σε μια κίνηση αντίδρασης στον μοντερνισμό και χαρακτηριζόμενος από ενσυνείδητη αναζήτηση και χρήση προγενέστερων απ’ αυτόν τεχνοτροπιών, ρυθμών και τύπων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–