μετακόσμιος


μετακόσμιος
Προφορά

Ετυμολογία
μετακόσμιος μεταγενέστερη ελληνική μετακόσμιος

Ερμηνεία
επίθετο┘ μετακόσμιος -α, -ο

✦ αυτός που υπάρχει ή γίνεται πέρα από την παρούσα ζωή, ο μεταθανάτιος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.