μετάθεση


μετάθεση
Προφορά

Ετυμολογία
μετάθεση αρχαία ελληνική μετάθεσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η μετάθεση

✦ μετακίνηση από μια θέση σε άλλη
✦ (ειδ.) η μετακίνηση υπαλλήλου από την υπηρεσιακή θέση που κατέχει
✦ φρ. μετάθεση ευθυνών, η επίρριψη των ευθυνών που φέρει κάποιος σε άλλον
✦ (κ. με χρον. σημ.) αναβολή: η μετάθεση της ημερομηνίας των εκλογών
✦ (γραμμ.) η αλλαγή της σειράς των φθόγγων μιας λέξης

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.