μασκαραλίκι


μασκαραλίκι
Προφορά

Ετυμολογία
μασκαραλίκι └τουρκ┘maskaralιk

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το μασκαραλίκι

✦ γελοιοποίηση
✦ ενέργεια, συμπεριφορά, κατάσταση που προκαλεί ντροπή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.