λυσσώδης


λυσσώδης
Προφορά

Ετυμολογία
λυσσώδης αρχαία ελληνική λυσσώδης

Ερμηνεία
επίθετο┘ λυσσώδης -ης, -ες

✦ γεμάτος μανία, επιθετική ορμή: λυσσώδεις μάχες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
λυσσωδώς

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.