λυσσομανώ


λυσσομανώ
Προφορά

Ετυμολογία
λυσσομανώ λύσσα + μαίνομαι

Ερμηνεία
ρήμα λυσσομανώ -άς, -ά

✦ κατέχομαι από μανιασμένη ορμή ή επιθυμία
✦ εκδηλώνομαι με σφοδρότητα: λυσσομανά ο βοριάς

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.