κατάλαλος


κατάλαλος
Προφορά

Ετυμολογία
κατάλαλος μεταγενέστερη ελληνική καταλάλος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο κατάλαλος

✦ συκοφάντης, καταλαλητής: έβαλε… τον παραμυλωνά και τον κατάλαλο (Γ. Σεφέρης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.