καγκελωτός


καγκελωτός
Προφορά

Ετυμολογία
καγκελωτός καγκελώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ καγκελωτός -ή, -ό

✦ ο περιφραγμένος ή διαχωρισμένος με κάγκελα, κιγκλιδωτός: καγκελωτό μπαλκόνι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.