καΐκι


καΐκι
Προφορά

Ετυμολογία
καΐκι └τουρκ┘kayιk

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το καΐκι

✦ μικρό ιστιοφόρο πλοίο: στα καΐκια τ’ αραγμένα, τα δεμένα, στα καΐκια που δεν πάνε πουθενά (Ζ. Παπαντωνίου)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.