εξισωτικός


εξισωτικός
Προφορά

Ετυμολογία
εξισωτικός εξισώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ εξισωτικός -ή, -ό

✦ που εξισώνει ή χρησιμεύει για εξίσωση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
εξισωτικά (Κ εξισωτικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.