εισπνοοθεραπεία
Προφορά
Ετυμολογία
εισπνοοθεραπεία εισπνοή + θεραπεία
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η εισπνοοθεραπεία
✦ (ιατρ.) μορφή θεραπείας κατά την οποία εισάγονται στον οργανισμό ουσίες με την αναπνευστική λειτουργία, θεραπεία με εισπνοές
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–