δουλοπρέπεια


δουλοπρέπεια
Προφορά

Ετυμολογία
δουλοπρέπεια δουλοπρεπής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η δουλοπρέπεια

✦ δουλική συμπεριφορά

Συνώνυμα
δουλικότητα, ραγιαδισμός
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.