δολιοφθορά


δολιοφθορά
Προφορά

Ετυμολογία
δολιοφθορά δόλιος + φθορά

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η δολιοφθορά

✦ δόλια ενέργεια που αποσκοπεί σε καταστροφή υλικού, εγκαταστάσεων κτλ. Διεθνής όρος: σαμποτάζ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.