γυροφέρνω


γυροφέρνω
Προφορά

Ετυμολογία
γυροφέρνω └ουσ┘ γύρος + φέρνω

Ερμηνεία
ρήμα γυροφέρνω

✦ τριγυρίζω
(μτφ. ) περιποιούμαι κάποιον, για να πετύχω κάποιον κρυφό σκοπό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.