βαθυστέναχτος


βαθυστέναχτος
Προφορά

Ετυμολογία
βαθυστέναχτος βαθύς + στενάζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ βαθυστέναχτος -η, -ο

✦ αυτός για τον οποίο αναστενάζει κάποιος βαθιά
✦ ο εκδηλούμενος με αναστεναγμούς

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.