βαθυσκαφής


βαθυσκαφής
Προφορά

Ετυμολογία
βαθυσκαφής αρχαία ελληνική βαθυσκαφής

Ερμηνεία
επίθετο┘ βαθυσκαφής -ής, -ές

✦ ο βαθιά σκαμμένος: ευθύς το ουράνιον βλέμμα βαθυσκαφή εφανέρωσε μνήματα μύρια (Α. Κάλβος)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.