αρθρώνω
Προφορά
Ετυμολογία
αρθρώνω αρχαία ελληνική ἀρθρόω-ῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ αρθρώνω
✦ συναρμολογώ τα μέλη ενός συνόλου
✦ συνδέω τους φθόγγους σχηματίζοντας λέξεις, προφέρω, απαγγέλλω: είναι βραδύγλωσσος, αρθρώνει άσκημα, μιλάει αργά (Γ. Σεφέρης)
Συνώνυμα
εκφέρω, εκφωνώ
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–