αξία


αξία
Προφορά

Ετυμολογία
αξία αρχαία ελληνική ἀξία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αξία

✦ η αποτίμηση πράγματος σε χρήμα, τίμημα: αξία του διαμερίσματος – αξία εμπορεύματος
✦ ονομαστική αξία, η αξία που αναγράφεται σε νομίσματα ή χρηματόγραφα σε αντίθεση προς την πραγματική ή αγοραία τιμή τους
✦ κινητές αξίες, τα χρεόγραφα, μετοχές, ομολογίες, ιδρυτικοί τίτλοι κτλ.
✦ χρηματιστήρια αξιών, οργανωμένες αγορές στις οποίες διενεργούνται αγοραπωλησίες κινητών αξιών
✦ (κατ’ επέκτ.) το σύνολο των ιδιοτήτων που συνιστούν τη χρησιμότητα, σπουδαιότητα ή σημασία προσώπου ή πράγματος: επιστήμονας μεγάλης αξίας – μεγάλη η αξία της καθημερινής σωματικής άσκησης
✦ ηθικές αξίες, κοινώς αποδεκτές αρχές που διέπουν τη συμπεριφορά και τις σχέσεις των προσώπων
✦ (μαθημ.) αριθμός ή μέγεθος που παριστάνεται μ’ ένα γράμμα: βρείτε την αξία του Χ
✦ (μουσ.) η διάρκεια των φθόγγων της μουσικής
✦ (φιλοσοφ.) ο εκτιμητικός κανόνας, βάσει του οποίου κρίνεται η ανθρώπινη δραστηριότητα
✦ (κοινων.) ιδ. στον πληθ. αξίες, πολιτισμικά προϊόντα ή ιδέες μεγάλης σπουδαιότητας για τα άτομα μιας κοινωνίας, ομάδας κτλ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.