αξάκριστος


αξάκριστος
Προφορά

Ετυμολογία
αξάκριστος ἀ στερητικό + ξακρίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ αξάκριστος -η, -ο

✦ που δεν έχουν κοπεί οι άκρες του: αξάκριστο βιβλίο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.