ακαλαίσθητος


ακαλαίσθητος
Προφορά

Ετυμολογία
ακαλαίσθητος ἀ στερητικό + καλαίσθητος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ακαλαίσθητος -η, -ο

✦ ο χωρίς αίσθηση του ωραίου
✦ (για αντικείμενα) κακότεχνος, άκομψος

Συνώνυμα
απειρόκαλος ,άσχημος, κακόγουστος
Αντίθετα
καλαίσθητος
Επιρρήματα
ακαλαίσθητα (Κ ακαλαισθήτως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.