αγκρέμιστος
Προφορά
Ετυμολογία
αγκρέμιστος ἀ στερητικό + γκρεμίζω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αγκρέμιστος -η, -ο
✦ αυτός που δεν γκρεμίστηκε, δεν έχει κατεδαφισθεί: μόνο κάποια νεοκλασικά κτίρια στο κέντρο της Αθήνας έμειναν αγκρέμιστα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–