αγιόκλημα
Προφορά
Ετυμολογία
αγιόκλημα αιγόκλημα, με παρασχετισμό του άγιος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το αγιόκλημα
✦ αναρριχώμενο καλλωπιστικό φυτό: αγιόκλημα που σκάλωνες στον κήπο της αυλής μου (Κ. Βάρναλης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–