pet


pet
Προφορά

{pet}

(Επίθετο)
● αγαπητός
● χαϊδεμένος

(Ουσιαστικό)
● αγαπητό ζώο
● κατοικίδιο ζώο
● οργή
● πείσμα

(Ρήμα)
● σκυθρωπάζω
● θωπεύω
● χαϊδεύω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.