option Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply optionΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/o/option.mp3{‘ɒpʃən} (Ουσιαστικό)● δικαίωμα εκλογής● δικαίωμα αγοραπωλησίας● επιλογή● προαίρεση Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση