optometry Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply optometryΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/o/optometry.mp3{ɒp’tɒmətrı} (Ουσιαστικό)● μέτρηση της όρασης● οφθαλμομετρία Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση