communion Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply communionΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/c/communion.mp3{kə’mju:njən} (Ουσιαστικό)● σχέση● επαφή● επικοινωνία● μετάδοση● ομιλία● θρησκευτική κοινότητα● κοινωνία └[Εκφράσεις]┘● Holy Communion = Θεία κοινωνία Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση