τοπομαχώ
Προφορά
Ετυμολογία
τοπομαχώ μεταγενέστερη ελληνική τοπομαχῶ
Ερμηνεία
└ρήμα┘ τοπομαχώ -είς, -εί
✦ διεξάγω μάχη από οχυρές θέσεις, οι οποίες δεν μπορούν να προσβληθούν από τον εχθρό
✦ μάχομαι για κατάληψη οχυρής θέσης
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–