στρουκτουραλισμός
Προφορά
Ετυμολογία
στρουκτουραλισμός └αγγλ┘structuralism
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο στρουκτουραλισμός
✦ θεωρία κατά την οποία η μελέτη, η σπουδή ενός συστήματος ή μιας κατηγορίας πραγμάτων οφείλει να εξετάζει, πρωταρχικά, τη δομή του (στρουκτούρα) και τα χαρακτηριστικά της, δομισμός
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–